Η Εκδίκηση της Εστίας


Που πήγε το βουητό της πόλης; Το γδάρσιμο των αυτοκινήτων στο οδόστρωμα που διακόπτεται από τις κόρνες της προειδοποίησης. Το μονότονο μελίσσι του συνωστισμού που γονιμοποιείται από τα χαχανητά της ελευθερίας. Τα τρυπάνια της ανάπτυξης και οι μουσικές της ανάπαυσης; Που πήγαν όλα αυτά; Σαν να αποκοιμήθηκε η πόλη, προσποιούμενη ένα πρόωρο καλοκαίρι. Και το καρδιοχτύπι της, βούτηξε μέσα μας σαν θορυβώδης αρρυθμία. Ο θόρυβος αυτός έχει κατακλείσει τις ψυχές μας- πείτε τον ανησυχία- πείτε τον πανικό. Πείτε τον έκκληση για αλληλεγγύη, αγάπη, συμπόνια. Ένας θόρυβος που μοιάζει με το όνειρο. Καθώς είναι αδύνατο να ξυπνήσουμε από αυτό- καταγράφεται στο νου μας ως εφιάλτης. Παρατηρώντας λίγο καλύτερα το θόρυβο- όπως κάνουμε και με το όνειρο- ίσως μπορούμε να διακρίνουμε τις ψιθυριστές του αφηγήσεις.

Υποστηρίζουμε πως βρισκόμαστε μέσα σε μια έκρηξη Μύθων. Των αφηγήσεων δηλαδή που πάντοτε χρησιμοποιούσαμε για να κατανοήσουμε τον αδιάκοπο θόρυβο της ζωής. Σε ετούτη τη πρωτόγνωρη κρίση, κάτι που βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο είναι η φαντασία μας. Μολυσμένη από την ωμή κυριολεξία μιας ύπουλης, μεταδοτικής ασθένειας. Θρυμματισμένη από την ανεξέλεγκτη εισβολή της πληροφορίας. Προσπαθούμε να γαντζωθούμε στα αποσπάσματα των Μύθων που διακινούνται κυρίως- και λόγω συνθηκών- στον θόρυβο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Να ξαναβρούμε τις εικόνες που εξανθρωπίζουν κάπως τον θόρυβο.

Να ορισμένοι Μύθοι:

Πρώτος και καλύτερος ζωντανεύει ο μύθος του Ήρωα. Μας επισκέπτεται με τη μορφή της επίκλησης στην ατομική υπευθυνότητα: “Κάτσε σπίτι- σώσε έναν συνάνθρωπο. Αποκεφάλισε τον δράκο της Άρνησης σου. Δείξε αυτοσυγκράτηση!». Ακολουθεί ο συγγενικός μύθος του Μεσσία: Από όλη αυτή την ταλαιπωρία, οπωσδήποτε κάτι θα μάθουμε- θα γίνουμε καλύτεροι. Είναι μια δοκιμασία που θα μας οδηγήσει σε μια ακόμη καλύτερη- πιο αληθινή εποχή! Φυσικά ενεργός είναι και ο μύθος της Αποκάλυψης: όλη αυτή η καταστροφή που ζούμε δεν είναι τίποτε άλλο παρά το αποτέλεσμα μιας βουτηγμένης στην αμαρτία ζωής, μιας αλόγιστης, άπληστης προόδου που αργά η γρήγορα θα μας οδηγούσε στην εκδίκηση της μεγάλης πλημμύρας.

Δεν θα μπορούσε να λείψει ο μύθος του Απατεώνα(Trickster). Με πονηράδα εξερευνά το λάκκο στη φάβα, το σχέδιο που μας κρύβουν, τη φοβερή συνωμοσία. Είτε προσπαθεί να ανακαλύψει μια ολοκαίνουρια θεραπεία σε ένα φάρμακο που ήδη υπάρχει. Ο μύθος της μαγικής διασύνδεσης του Γέρου με το Παιδί(Senex & Puer), προδίδει την αρχετυπική συγγένεια τους, τη συμμετοχή σε μια μυστική κοινή μοίρα. Για να επιβιώσει ο Ηλικιωμένος θα πρέπει να προφυλάξουμε το Παιδί. Φαίνεται να μας συγκινεί ένας από τους δυνατότερους στο χρόνο μύθους, εκείνος του Πληγωμένου Θεραπευτή(Wounded Healer),προκαλώντας τα λιγότερο ή περισσότερο αυθόρμητα χειροκροτήματα μας για τα βογκητά του προγόνου μας Χείρωνα. Ο Ιατρός δεν λάμπει πια ανίκητος στο θρόνο της γνώσης του. Είναι αυτή καθεαυτή η ευαλωτότητα και θυσία του που ίσως μας σώσει. Και τέλος ο Μύθος της Επιστροφής στο σπίτι. Ο νόστος για το οικείο. Μα όπως και ο Οδυσσέας μαρτυρά, σχεδόν ποτέ αυτή η επιστροφή στο σπίτι δεν είναι τόσο εύκολη υπόθεση όσο φαίνεται αρχικά.

Μέσα σε αυτή την περίοδο του εγκλεισμού, ίσως να μην φαίνεται και τόσο λογική η σκέψη πως στην ουσία έχουμε ξεσπιτωθεί. Δύσκολα θα μπορούσαμε να φανταστούμε τον εαυτό μας φιλοξενούμενο στο ίδιο του το σπίτι αλλά φαίνεται πως η θαλπωρή του, που τόσο νοσταλγούσαμε, δεν είναι και τόσο γλυκιά όταν μας επιβάλλεται. Και σίγουρα θα ήταν ανυπόφορη αν αποσυνδεόταν από όλα αυτά που μας επέτρεψαν εξ αρχής να είμαστε ικανοί να μπορούμε να φανταστούμε τον εαυτό μας ασφαλή σε 4 τοίχους. Δεν είναι τυχαίο ίσως, που οι πρώτες κατοικίες που γνωρίζουμε, όπως τα σπήλαια Lascaux, είναι γεμάτα με τοιχογραφίες που απεικονίζουν το έξω: ζώα, σκηνές κυνηγιού. Μπορεί οι άνθρωποι που κατοικούσαν εκεί, να προσπαθούσαν να θυμούνται, ανά πάσα ώρα και στιγμή που ανήκουν. Είτε, η σπηλιά, υπήρξε κατοικία είτε τελετουργικός χώρος, είναι προφανές πως από τότε ψυχανεμιζόμασταν πως το «μέσα» και το «έξω» δεν είναι και τόσο διαφορετικά όσο νομίζουμε. Το άγγιγμα στους τοίχους θα αποτελούσε μάλλον μια χειρονομία ευγνωμοσύνης προς τον κόσμο, μια επιβεβαίωση πως κι εμείς νιώσαμε το άγγιγμα του.

Η πραγματική μας κατοικία ίσως να μην έχει τοίχους, άνετους καναπέδες, και γεμάτα ψυγεία. Μπορεί να αποτελείται από τα μέσα μαζικής μεταφοράς, το χώρο εργασίας μας, το αγαπημένο μας καφέ. Όλα εκείνα τα μέρη, που τώρα στερούμαστε, μέσα στα οποία ζούμε τις κωμωδίες και τις τραγωδίες μας. Εκεί όπου ακριβώς ερχόμαστε σε επαφή με τον άλλο και διαδραματίζονται όλοι οι μύθοι που αποκαλούμε ζωή. Το μέσα μπορεί όντως να γίνει ανυπόφορο. Ένα μέρος αποθήκευσης και αποθησαυρισμού αντί για το σημείο ανεφοδιασμού ανάμεσα σε δυο κυνήγια. Ένα παχυντικό εργαστήριο ραστώνης αντί για το ονειρεμένο καταφύγιο από τις κακοτοπιές. Ένα υποχρεωτικό οικοτροφείο ενδοσκόπησης, ενώ μας λείπουν όλα όσα κάνουν την ενδοσκόπηση ζωντανή και ειλικρινή.

Αλλά γιατί να είμαστε αυστηροί με τον εαυτό μας;

Είμαστε πράγματι φιλοξενούμενοι στο ίδιο μας το σπίτι και μάλιστα από ότι φαίνεται θα κάνουμε αρμένικη τη βίζιτα. Ας είμαστε τουλάχιστον καλοί φιλοξενούμενοι. Αν γίνεται ας φέρουμε δώρα(κατά προτίμηση όχι το κουτί της Πανδώρας). Ας φερθούμε με σεβασμό και αυτοσυγκράτηση. Ας αφηγηθούμε ενδιαφέρουσες ιστορίες από το έξω. Ας ανοίξουμε τη καρδιά μας για όλα εκείνα που φοβόμαστε και μας λείπουν και αγαπούμε. Ας αποδεχτούμε πως έτσι και αλλιώς πάντοτε ήμασταν φιλοξενούμενοι.

Έχουμε ξεσπιτωθεί, όπως συμβαίνει κάθε φορά που ένα προσωπικό ή συλλογικό τραύμα συνταράσσει το ψυχισμό μας. Κάθε φορά που το μέσα με το έξω, αποκτούν ιδιαίτερα αυστηρούς διαχωρισμούς. Που αναγκαζόμαστε σε μια τρομακτική εσωτερική καραντίνα. Που αναζητούμε ασφάλεια σε έναν και μοναδικό μύθο. Αν αποδεχτούμε πως έχουμε “ξεσπιτωθεί” ίσως αναρωτηθούμε “και που είναι τελικά το σπίτι;”. Και εκεί- όπως και στο ψυχικό τραύμα- ξεκινά η επούλωση.

Το σπίτι μας είναι εκεί, που τοποθετεί την ήπια, ζωοδόχο φωτιά της η Θεά Εστία. Και σύμφωνα με το μύθο, η Εστία είναι το κέντρο της οικίας μα και της πόλης. Είναι η αειθαλής φλόγα που μας μαθαίνει πως η μέριμνα για το μέσα δεν είναι ανεξάρτητη από τη πρόνοια για το έξω. Η Εστία είναι το καταφύγιο του φιλοξενούμενου. Το σημείο της φροντίδας της συλλογικότητας. Η μεταμορφωτική φωτιά που κάνει το ωμό, βρώσιμο. Που ανταλλάσσουμε ενδιαφέρουσες ιστορίες και που το μέσα με το έξω αποκτούν ένα κοινό κέντρο: τη συνύπαρξη. Μας υπενθυμίζει(όπως τώρα) πως αν δεν παινέψουμε το σπίτι μας θα πέσει να μας πλακώσει.

Αν κάτι μπορούμε να μάθουμε, από τον βίαιο εγκλεισμό μας στο σπίτι, υπό το φόβο του ιού, είναι πως η μεταμόρφωση που όλοι προσδοκούμε στο τέλος της πανδημίας, δεν θα έρθει μαγικά. Ούτε από ένα εντατικό cocooning στην ιδιωτική μας παντοδυναμία. Μπορεί να μας υπενθυμίσει κάτι άραγε η θεά Εστία; Θα μπορούσε να μας θυμίσει ίσως, πως η φροντίδα της υγείας μας δε χρειάζεται χειροκρότημα. Στο κάτω κάτω, δεν είναι και θεατρική παράσταση. Ότι είναι απαραίτητο να μετέχουμε πιο συνειδητά στη φροντίδα των συνθηκών που εξασφαλίζουν τη φροντίδα. Η θεά Εστία, δεν έχει συγκεκριμένη μορφή, ούτε σπουδαία κατορθώματα στην Ελληνική Μυθολογία. Είναι αυτή καθεαυτή η προϋπόθεση της σύνδεσης, που κάνει εφικτή την ύπαρξη της αφήγησης. Είναι η σταθερή βάση, που δίχως εκείνη, κανένα τραύμα δε μπορεί να γιατρευτεί. Η συμμετοχή μας στην ευεργετική ανθρώπινη φαντασία, δεν μπορεί να υπάρξει δίχως να φανταστούμε εκ νέου τη συμμετοχή.

Από το Νίκο Ρούσσο και το Θοδωρή Δρούλια

Η Φωτογραφία είναι του Πέτρου Φαραού


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *