Η νόνα μου ήταν μοδίστρα. Όταν ήμουν παιδί μπορούσα επί ώρες να τη βλέπω να δουλεύει στη παλιά ποδοκίνητη ραπτομηχανή της. Δίπλα στο παράθυρο, έφεγγαν τα ολόλευκα μαλλιά της, και εγώ παρατηρούσα τη καμπουριασμένη Κλωθώ, με επιμονή και μια σοφία που οπωσδήποτε δε καταλάβαινα, να μετατρέπει τα κουρέλια της σε ρούχα. Φούστες κυρίως, φυσικά! Μυστήριες λέξεις όπως στριφώνω, μπαλώνω, ξηλώνω με ενημέρωναν ορισμένες φορές για τη πρόοδο της διαδικασίας που όμως κατανοούσα μόνο διαισθητικά. Πόσες φορές αποκοιμήθηκα στο μικρό ντιβάνι δίπλα στο εικονοστάσι της, νανουρισμένος από το πρωτόγονα μηχανικό αγκομαχητό της ραπτομηχανής… Αποκοιμιόμουν βεβαιωμένος, ακούγοντας το παράδοξο αυτό καρδιοχτύπι της ζωής για τη συνέχιση του οποίου είναι πάντοτε υπεύθυνοι, άνθρωποι με χαρακτήρα: Βοσκοί, υπάλληλοι γραφείου, σερβιτόροι, γιατροί, μοδίστρες..
Οι “άνθρωποι με χαρακτήρα”, συνηθίζουμε να λέμε πως είναι αυτοί που έχουν μια ξεκάθαρη εσωτερική εικόνα και την αντανακλούν στη καθημερινή πράξη τους. Αυτό που θαυμάζουμε είναι η σταθερότητα και η αφοσίωση τους σε αυτή την εικόνα. Στην άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, η ψυχιατρική συνηθίζει να θεωρεί “χαρακτηρολογικές” ή διαταραχές της προσωπικότητας εκείνες τις περιπτώσεις όπου το άτομο παρουσιάζει μια άκαμπτη σταθερότητα στη συμπεριφορά του. Πόσο απέχει αλήθεια το θαυμαστό από το άρρωστο; Πως μπορούμε να ξεμπερδέψουμε ετούτο το μυστήριο κουβάρι; Και αν είναι αλήθεια αυτό που είπε ο Ηράκλειτος ότι “Ο χαρακτήρας μας είναι η μοίρα μας”, τότε πως είναι δυνατόν να γνωρίζουμε αν ζούμε με πάθος ή παθολογία;
Η ψυχή μας είναι γεμάτη με εικόνες. Εικόνες του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος κυλούν διαρκώς μέσα μας, σαν ποτάμι που συντροφεύει το θρόισμα της ανάσας μας. Οι εικόνες αυτές, τα άυλα κουρέλια των αναμνήσεων, φαντασιώσεων και των προσδοκιών μας, αποτελούν τη πρώτη ύλη του εσωτερικού μας τοπίου. Αν ακολουθήσουμε το ποτάμι και προσπαθήσουμε να απαντήσουμε “τι είναι όμως, η μοίρα;” η πιθανότερη περιγραφή σύμφωνα με τα παραπάνω δε μπορεί παρά να είναι η εικόνα μιας γριάς, που μια ξηλώνει και μια μπαλώνει έχοντας στο νου της ένα μυστικό μα προφανές σχέδιο. Το ίδιο και με το χαρακτήρα. Ποια καλύτερη περιγραφή υπάρχει από έναν άνθρωπο που με επιμονή και παρά τη πρεσβυωπία του, ψάχνει τη τρύπα της καρφίτσας για να περάσει τη κλωστή;
Το να συζητήσουμε με το χαρακτήρα μας, μου φαίνεται πως είναι εφικτό μόνο στον κόσμο αυτών των εικόνων και του μεταφορικού τους φορτίου. Διότι αν στα αλήθεια προσπαθήσουμε να αντιμετωπίσουμε την έννοια της μοίρας κυριολεκτικά, κινδυνεύουμε να βυθιστούμε στα θολά νερά της μεταφυσικής και να χάσουμε εντελώς τον προσανατολισμό μας. Αν με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίσουμε τον χαρακτήρα, θα περιπλανηθούμε στα άνυδρα μονοπάτια της στατιστικής, παθολογικοποιώντας οτιδήποτε στέκεται έξω από της φαντασίωση του “μέσου όρου”. Και στις δυο περιπτώσεις δε θα έχουμε καταφέρει τίποτε περισσότερο παρά να είμαστε μοιρολάτρες. Θα γίνει, όπως συχνά γίνεται σήμερα, μια φοβερή αντιστροφή: Θα είναι η μοίρα μας(γονιδιακή ή περιβαλλοντική) που θα καθορίζει το χαρακτήρα μας. Ο άνθρωπος σε αυτή τη περίπτωση μετατρέπεται σε μια παθητική ύπαρξη, που έχει προκαθοριστεί από τη Θεία επιλογή, τη γονιδιακή του τύχη ή ατυχία, ή τέλος μονοσήμαντα από τις πιέσεις του περιβάλλοντος. Ο χαρακτήρας, τότε, δεν είναι τίποτε περισσότερο από το θεωρητικά προβλέψιμο αποτέλεσμα μιας πολύπλοκης εξίσωσης. Το ποτάμι σταματά να κυλά. Γίνεται ένα μολυσμένο έλος.
Η λέξη χαρακτήρας, έχει μια ιδιαίτερη παραξενιά. Ενώ υπαινίσσεται αυτό που έχει χαραχτεί, στη πραγματικότητα σημαίνει εκείνο που χαράσσει. Και πράγματι, συχνά ο χαρακτήρας μας θεωρείται προϊόν της ιδιαίτερης επίδρασης του περιβάλλοντος μας, η οποία ενεργοποιεί άμυνες και χαρτογραφεί τα επικίνδυνα σημεία για την “ασφαλή” πλοήγηση μας στη ζωή. Θα μπορούσαμε να φτάσουμε στην υπόθεση ότι τελικά ο χαρακτήρας δεν είναι τίποτε άλλο παρά το αποτέλεσμα του ιδιαίτερου ποιοτικού και ποσοτικού συνδυασμού των ψυχικών μας αμυνών. Αν όμως αναλογιστούμε την ιδιότητα του χαρακτήρα να χαράσσει, τότε μιλάμε για κάτι διαφορετικό. Για μια πιο ενεργή επίδραση του στον κόσμο, τον εσωτερικό και αυτονόητα τον εξωτερικό. Ίσως τον φανταστούμε τελικά, ως έναν τεχνίτη που σμιλεύει τη γραμμή της ζωής στη παλάμη μας, ή μορφοποιεί την μοναδικότητα του ατομικού μας δακτυλικού αποτυπώματος.
Ο χαρακτήρας μας στη δεύτερη περίπτωση είναι μια μεταφορική εικόνα της μοναδικότητας μας. Είναι ο τεχνίτης που έχει την ανάμνηση του ιδιαίτερου σχεδίου για τον καθένα μας. Όχι με την έννοια κάποιας θεϊκής αποστολής, αλλά περισσότερο κρατώντας στο νου μας ότι “η φύση αγαπά να κρύβεται”(πάλι Ηράκλειτος). Αγαπά δηλαδή το περίεργο, αδιαφορεί για τη γεωμετρία, λατρεύει την απροσδιοριστία. Ποτέ δε θα έφτιαχνε από μόνη της ένα ολοστρόγγυλο λιβάδι. Έχετε δει ποτέ ένα βουνό που είναι πανομοιότυπο με κάποιο άλλο; Ως όντα της φύσης, λοιπόν, είμαστε βουτηγμένοι μέσα σε αυτό το βίτσιο και καλούμαστε να ανακαλύπτουμε το χαρακτήρα μας, δηλαδή την μοναδικότητα μας, την ιδιαίτερη απεικόνιση της φύσης μέσα μας. Σε ετούτο το ταξίδι προς τον εαυτό μας, που η Αναλυτική Ψυχολογία ονομάζει πορεία της Εξατομίκευσης, καλούμαστε διαρκώς να παρατηρούμε, να μαθαίνουμε, να συνομιλούμε με τον τεχνίτη της ύπαρξης μας. Με εμάς…
Η σχέση, ή η συζήτηση με τον χαρακτήρα μας είναι μια πολύ σημαντική υπόθεση. Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο θα πρέπει να έχουμε κατακτήσει τη στοιχειώδη αφέλεια να πιστέψουμε πως πράγματι υπάρχει ένας τεχνίτης. Δηλαδή να απορρίψουμε τη σοβαροφάνεια της βεβαιότητας μας πως η γνώση του εαυτού μας είναι μια διανοητική, ρεαλιστική και επιστημονικά μετρήσιμη υπόθεση. Δεύτερον θα πρέπει να κατανοήσουμε πως ο τεχνίτης δεν είναι ένα ον που επηρεάζεται ιδιαίτερα εύκολα από τις συνειδητές μας επιθυμίες. Μπορεί εμείς για παράδειγμα να είμαστε πανέτοιμοι να καθησυχάσουμε τον εαυτό μας πως είμαστε αμόλυντοι από τη ζήλια, όμως ο τεχνίτης μπορεί να χρειαστεί κάποιες από τις κλωστές της για να προχωρήσει το σχέδιο. Τρίτον, θα είναι χρήσιμο να θυμόμαστε πως ο τεχνίτης δεν ενδιαφέρεται για τη τελειότητα. Δε θέλει σώνει και ντε, να δημιουργήσει αγίους ή σούπερ σταρ. Τέταρτον ο τεχνίτης δεν είναι ένα πάνσοφο ή παντοδύναμο ον που θα μας προστατεύσει από όλες τις κακοτοπιές. Είναι απλά ένας τεχνίτης με ένα όραμα. Τέλος, ο τεχνίτης δεν είναι μια απτή/ “πραγματική” οντότητα, τουλάχιστον δεν είναι περισσότερο “πραγματική” από την εικόνα της νόνας μου ως Κλωθώ, ή του πατέρα σας σαν Δία ή Κρόνου, ή (τι ύβρις!) του ατόμου που έχετε ερωτευτεί ως το άλλο σας μισό.
Η συζήτηση με τον χαρακτήρα μας είναι λίγο πολύ μια καθημερινή κατάσταση, παρότι συχνά ούτε καν το καταλαβαίνουμε. Δεν είναι απαραίτητα μια κορυφαία φωτεινή, πνευματική εμπειρία. Πραγματοποιείται με πρώτη ύλη τα κουρέλια, τα σκουπίδια, τις ασήμαντες λεπτομέρειες της ζωής μας. Σε πράγματα που έχουν ξεθωριάσει ή θα θέλαμε να μην έχουν συμβεί. Σε μια αποτυχία ή στο τρόπο που πανηγυρίζουμε. Στις κρυφές μας φιλοδοξίες ή στους ανείπωτους, παιδιάστικους φόβους μας. Στα πράγματα που μας ντροπιάζουν, ή σε εκείνα που υποτιμούμε στους άλλους. Στη πρώτη μας ανάμνηση από τη ζωή, ή σε ένα όνειρο που ξεχάστηκε μέχρι να βουρτσίσουμε τα δόντια μας.
Αυτά τα προσωπικά κουρέλια, που μπαλώνουμε ή στριφώνουμε ή ξηλώνουμε, είναι το μερίδιο μας στο κοινό ύφασμα της ανθρώπινης ψυχής και η ιδιαιτερότητα του τρόπου του καθένα μας είναι ο χαρακτήρας του. Συζητώ με τον χαρακτήρα μου σημαίνει μεταξύ άλλων να αναζητώ τον τεχνίτη μέσα μου που μπορεί να με οδηγήσει πιο κοντά στη μοίρα μου και όχι σε κάτι που έχει προκαθοριστεί από περιβαλλοντικές ή βιολογικές πιέσεις. Να δίνω σημασία στα κουρέλια και να μαθαίνω να τα εκτιμώ, ανεξάρτητα από αν τα εκτιμούν οι άλλοι. Να παρατηρώ τη ραπτομηχανή όπως γαζώνει μέσα μου και κλέβω από τη σοφία της, ακόμη και αν εγώ προσωπικά πρόκειται να πάρω το νόμπελ αστροφυσικής. Να προσπαθώ να βάλω τη κλωστή μέσα στη βελόνα, ακόμη και αν είμαι τυφλός.
Η συζήτηση με τον χαρακτήρα, δεν είναι καθόλου μια μέθοδος. Η έννοια του τεχνίτη, δε φιλοδοξεί καθόλου να αξιώσει τις αρετές ενός θεωρητικού συστήματος. Αν συνέβαινε αυτό, θα είχαν ακυρωθεί όλα όσα γράφτηκαν σε ετούτο το άρθρο για το νόημα της προσέγγισης του χαρακτήρα μας με έναν μυθολογικό ή παιχνιδιάρικο τρόπο. Νομίζω ότι το μόνο που μπορεί να προσφέρει είναι μια ενατένιση σε έναν κόσμο συμβόλων και μεταφορικής σκέψης, που αναζητά τη θέση της σε μια “ανθρώπινη ψυχή” που μαστίζεται από τη δικτατορία του κυριολεκτικού, του “επιστημονικού” και των έτοιμων λύσεων.
Νίκος Ρούσσος – Ψυχολόγος