Ο Ζητιάνος


Η Βιριδιάνα, έχει μόλις διαλέξει τους ζητιάνους που θα φιλοξενηθούν στην άδεια έπαυλη του θείου της, ο οποίος μόλις έφυγε από τη ζωή. Πιστεύει πως με κάποιο τρόπο φταίει για το θάνατό του και μάλλον, έχει αποφασίσει να κερδίσει μια θέση στον Παράδεισο μέσω της ολοκληρωτικής αφιέρωσής της στους άτυχους αυτού του κόσμου.

Ο Ισπανός σκηνοθέτης Λουί Μπουνιουέλ στην ταινία του “Βιριδιάνα”(1961), μέσα στις τόσες ιδιοφυείς σκηνές της ταινίας έχει τοποθετήσει και την εξής: Όταν η ηρωίδα και οι ζητιάνοι της φτάσουν στο μεγάλο σπίτι, μέσα στην ευφορία και τα εκθειαστικά σχόλια από τους ευεργετημένους, θα υπάρξει μια τεράστια παραφωνία η οποία και θα παραγκωνιστεί με επιδέξιο τρόπο. Ένας από τους ζητιάνους δε θα συμπεριφερθεί ακριβώς με σεβασμό. Θα προσβάλλει τον πιστό υπηρέτη του σπιτιού, όταν ο τελευταίος τους προειδοποιήσει πως θα έχει το νου του αν αρχίσουν να χώνουν τη μύτη τους εκεί που δεν πρέπει. Ο ζητιάνος θα ακούσει τις παραινέσεις της καλοκάγαθης  Βιριδιάνα πως πρέπει να μάθει να έχει πειθαρχία και θα την ακούσει να λέει πως δεν καταλαβαίνει το λόγο που την προσβάλλει μέσα στο σπίτι της. Ο συγκεκριμένος ζητιάνος θα δηλώσει, “σιχάθηκα όλον αυτό τον οίκτο” και πως “θα ήταν καλύτερο να φύγω”. Θα ζητήσει μερικά ψιλά πριν φύγει “επειδή είναι φτωχός”. Δε θα εμφανιστεί στην ταινία ποτέ ξανά.

Η “ασέβεια” των φτωχών ζητιάνων θα ολοκληρωθεί στο τέλος, όταν οι υπόλοιποι εκμεταλλευόμενοι την απουσία της κυρίας τους θα λεηλατήσουν το σπίτι, ως την επιστροφή της, οπότε και κάποιοι απ ΄ αυτούς θα αποπειραθούν να την κακοποιήσουν.

Θα ήταν αφελές να σκεφτούμε πως ο ζητιάνος είναι απλώς ένα ασεβές και αχάριστο υποκείμενο, αν και κανείς μας δε θα μπορούσε να πάρει όρκο πως δε του πέρασε αυτό από το μυαλό στη θέα ενός φορτικού ζητιάνου. Αυτή η μορφή εμφανίζεται με διάφορους τρόπους, στα όνειρα ή ακόμα και στις φαντασιώσεις μας, και σαν όλα τα σύμβολα που χρησιμοποιεί το ασυνείδητο περισσότερο μεταφέρει ένα μήνυμα παρά ζητάει κάτι.

Στις εικόνες που μπορεί να παρουσιαστούν είναι, τρομακτικοί ζητιάνοι που απειλούν ακόμα και τη ζωή μας, ήπιων τόνων βοηθοί μέσα στα όνειρα και τις φαντασιώσεις, σοφοί ή ακόμα και εμείς οι ίδιοι να έχουμε βρεθεί στην κατάσταση της απόλυτης ανημπόριας. Μπορεί τότε να δοκιμάσουμε την απόλυτη ντροπή και θλίψη, το φόβο ή ακόμα και την ανακούφιση. Η παρουσία του πολλές φορές σημαίνει πως είμαστε πολύ κοντά, ίσως περισσότερο από ποτέ, στην αποκάλυψη μιας αλήθειας για τον εαυτό μας. Ο Οδυσσέας λίγο πριν φτάσει στον πολυπόθητο στόχο του μεταμορφώθηκε από τη θεά της Σοφίας σε έναν ταπεινό ζητιάνο. Άλλωστε, τι άλλο πέρα από ταπείνωση για το αλαζονικό  Εγώ είναι η συνάντηση με μια ασυνείδητη αλήθεια;  Το χαρακτηριστικό του, όπως και όλων των συμβολικών αναπαραστάσεων άλλωστε, είναι πως για να γίνει αντιληπτό το νόημά του πρέπει να του επιτραπεί να είναι ένα δικό μας κομμάτι. Τι σημαίνει όμως αυτό;

Ο ζητιάνος στη ταινία του Μπουνιουέλ αντιλήφθηκε κάτι που τον οδήγησε προφανώς να σιχαθεί τον οίκτο και να επιλέξει να συνεχίσει τη ζωή που είχε μέχρι τώρα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ατιμία από το να υποβαθμίζεις έναν άνθρωπο στην κατάσταση του εργαλείου. Στην ουσία όταν κάποιος χρησιμοποιεί κάποιον άλλο για τους δικούς του σκοπούς τον καθιστά αόρατο σαν αυτόνομο υποκείμενο που οι πράξεις του θα μπορούσαν να έχουν κάποια επίπτωση στον κόσμο. Είναι μια αφόρητη κατάσταση πλήρους αποξένωσης, καθώς η έλλειψη αντανάκλασης της φωνής μας πάνω στον κόσμο την καθιστά ανύπαρκτη. Πρόκειται για απάνθρωπη τιμωρία η οποία συμβαίνει συχνότερα από όσο νομίζουμε. Ο οίκτος της Βιριδιάνα είχε καταδικάσει το ζητιάνο. Δε θα μπορούσε να είναι τίποτα περισσότερο γι αυτή, παρά μόνο ζητιάνος. Μπροστά σε αυτή τη μοίρα θα επιλέξει τη την αποχώρηση. Οι υπόλοιποι ζητιάνοι που έμειναν, εκτόνωσαν το μίσος τους για τον οίκτο της με πιο φανερό τρόπο. Μετατράπηκαν σε άρπαγες.

Πέρα από τις σίγουρες πολιτικές προεκτάσεις που έδωσε ο σκηνοθέτης, στην ηρωίδα του υπάρχει κάτι γνώριμο. Δε χρειάζεται απαραίτητα να συναντήσουμε ένα ζητιάνο στην πραγματικότητα αν και πιστεύω ότι είναι πάντα μια διαφωτιστική εμπειρία. Σε αυτό που μοιάζουμε με τη Βιριδιάνα είναι η μοίρα που επιφυλάσσουμε στην παρουσία του ζητιάνου στα όνειρα και τις φαντασιώσεις μας, σαν εικόνα εν γένει.

Ο οίκτος, αν και αρκετά παρηγορητικός (παραδόξως, περισσότερο για εκείνον που τον δείχνει) εγκαθιστά μια ασφαλή απόσταση από αυτή την αλλότρια μορφή ζωής που έχει χάσει κάθε δύναμη για αυτόνομη ζωή. Περισσότερο από οποιαδήποτε συναισθηματική απόκριση απέναντι στην ανημπόρια, ο οίκτος είναι ικανός να μουδιάσει το μυαλό. Κι αυτό επειδή μπορεί να δημιουργήσει τη φαντασίωση πως η δική μας αυτονομία είναι τόσο καλά προστατευμένη που τελικά έχουμε τα αποθέματα να υποφέρουμε για τον άλλο.

Οφείλω να ομολογήσω πως δεν είναι δυνατόν να περάσει απαρατήρητος ο καταγγελτικός λόγος της παραπάνω παραγράφου. Αλήθεια, γιατί να ονομάζουμε οίκτο την έκφραση συμπόνιας και θέλησης για προσφορά; Είναι αλήθεια, πως τα προσωπικά μου κίνητρα έχουν κάποιο ρόλο σε όλα αυτά αλλά δε μιλάμε γι αυτό φυσικά.

Η μορφή του ζητιάνου κινείται στη σκιά και γι ΄ αυτό ακριβώς προκαλεί μερικές φορές τόσο έντονα συναισθήματα. Από την απέχθεια ως την επιθυμία σωτηρίας του. Αυτό που και οι δυο περιπτώσεις έχουν κοινό, είναι η μεγάλη απόσταση που δημιουργούν με αυτή τη μορφή, ειδικά όταν εμφανίζεται στην πραγματικότητα. Όπως όλα τα συμπλέγματα αναπαραστάσεων, έτσι και ο ζητιάνος μπορεί να κατέχει δυνάμεις πολύ μεγάλες για να τις αντιληφθούμε με την πρώτη ματιά. Ο παραγκωνισμός του μπορεί, όπως και στην ταινία, να τον μεταμορφώσει σε ένα τρομακτικό και βέβηλο ον που μπορεί να οδηγήσει εμάς τους ίδιους στην ακραία κατάσταση αδυναμίας που μέχρι πριν λίγο βρισκόταν αυτός. Μπορεί τότε η πολύτιμη αυτονομία και πληρότητα του Εγώ μας να πληγεί από ταπεινά “ένστικτα” όπως ο φθόνος, ο τρόμος ή η βασανιστική ανάγκη μας για τον άλλο, χωρίς τον οποίο μπορεί να αισθανθούμε πως χάνουμε την ανθρώπινη μας υπόσταση.

Πως θα μπορούσε να γίνει πιο αντιληπτό αυτό; Δυστυχώς, για διάφορους λόγους, ο ψυχαναλυτικός λόγος είναι σχετικά μυστηριώδης και αυτό καταλήγει κάποιες φορές εις βάρος της κατανόησης. Μια χρήσιμη λύση είναι η αναγωγή ψυχικών δυνάμεων ή συστημάτων σε μια πιο κατανοητή γλώσσα.

Κανείς δε θα μπορούσε να παρακάμψει τη σημασία που έχουν οι αναπαραστάσεις της πραγματικότητας για τον ψυχισμό. Αποτελούν πληροφορίες, οι οποίες παίρνουν τη θέση τους μέσα στο χάρτη που δημιουργούμε για την πραγματικότητα. Αυτό σημαίνει πως αποτελούν σημεία τα οποία εντάσσονται σε μεγάλες συστοιχίες από άλλα σημεία. Ανάλογα με τη συστοιχία μέσα στην οποία ένα σημείο βρίσκεται, αλλάζει και χροιά. Μέσω της διαφοράς του από άλλα παράγεται το συγκεκριμένο νόημα που αντιστοιχεί σε κάθε δυνατή περίσταση. Τίποτα δε μπορεί να υπάρξει έξω από το χάρτη που κατασκευάσαμε για να κατανοήσουμε έναν κόσμο που δε φαίνεται να έχει κάποιο σκοπό, πέρα από το να κινείται. Οι πληροφορίες αυτές είναι κοινά αγαθά, που σε κάθε προσωπική ιστορία έχουν διαφορετική απόχρωση και μια μοναδική στην Ιστορία εμφάνιση. Ακόμα και το γεγονός πως η γη γυρίζει είναι σίγουρο πως έχει τόσες αποχρώσεις όσοι και άνθρωποι που περπάτησαν στον πλανήτη ( αυτοί που το γνώριζαν τουλάχιστον ). Το μόνο που θα χρειαζόταν, θα ήταν να ξεδιπλωθούν οι συνδέσεις αυτής της αναπαράστασης με όλες τις άλλες ενός προσωπικού κόσμου. Ακόμα και η περιστροφή της γης, είναι σκλάβος της σιδερένιας μας θέλησης να κατασκευάζουμε την ιστορία του εαυτού μας.

Με βάση αυτά, θα μπορούσαμε να πούμε πως δεν υπάρχει πληροφορία που να μην απευθύνεται προσωπικά στον καθένα μας. Κατά μια έννοια είμαστε ανεπανόρθωτα υπεύθυνοι για τον κόσμο. Αυτό κάνει την αναπαράσταση αθάνατη. Άχρονη, άτοπη και πάντα επίκαιρη. Σαν το ασυνείδητο, αλήθεια… Η εμμονή μιας αναπαράστασης να επιστρέφει, κυρίως επειδή δεν αποσυνδέθηκε ποτέ από πάνω μας. Συνεχίζει να πράττει αυτό που ξέρει μόνο να κάνει. Να συνδέεται. Και θα το επαναλαμβάνει μέχρι να την υποδεχτούμε σαν ένα κομμάτι του εαυτού μας. Θα επαναλαμβάνεται και θα μας χτυπά την πόρτα. Μπορούμε να τη θεωρήσουμε έναν ζητιάνο και να την ελεήσουμε με το περίσσευμα της αυτονομίας μας. Τι θα μπορούσε να μας προσφέρει ένας ζητιάνος άλλωστε; Θα μπορούσαμε επίσης, να ακούσουμε το μήνυμα που μεταφέρει. Καθόλου εύκολο έργο, καθώς ο ζητιάνος είναι μια μορφή στερημένη από Λόγο και αίτιο. Κινείται σε ένα χώρο που βασιλεύει το σκοτάδι και δύσκολα θα αναγνωρίσουμε τη βούλησή του ή τη σχέση που έχουμε μαζί του. Η μορφή του ζητιάνου θα επανέρχεται σαν τρόμος ή αλαζονεία όσο του αρνούμαστε το δικαίωμα να έχει να πει κάτι.

Κάποιος μου διηγήθηκε ένα γνώριμο περιστατικό σε όλους μας. Εξελίχθηκε σε ένα φανάρι, στο οποίο όπως συχνά συμβαίνει υπήρχε ένας ζητιάνος που παρακαλούσε για χρήματα. Μπροστά στην πρόσκαιρη έλλειψη αρκετών κερμάτων που να συμπληρώνουν ένα συμβατικά αποδεκτό ποσό ελεημοσύνης, ο πρωταγωνιστής θεώρησε σωστό να δώσει το ευτελές ποσό που υπήρχε. Ο ζητιάνος, σε μια θεαματική επίδειξη αχαριστίας (;), εκσφενδόνισε το κέρμα πίσω στο αυτοκίνητο πλήττοντας καίρια την αυτοεκτίμηση του οδηγού. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η τρέλα ή η κακία είναι οι πιο βολικές εξηγήσεις αν και δε θα μπορούσαν να σταματήσουν το ξήλωμα της βεβαιότητας. Σε ένα εκτυφλωτικό Εγώ, λίγο σκοτάδι από τον κόσμο της Σκιάς ίσως και να είναι χρήσιμο.

 

από το Θοδωρή Δρούλια


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *