Προδοσία. Λέξη που μοιάζει να αναδύεται από το τελευταίο κύκλο της κόλασης, τα κακορίζικα μάτια του Εφιάλτη και τη χορταστική μα καταραμένη σκιά της συκιάς. Σαν στίγματα περιφέρουμε τα τραύματα μας, αποδείξεις των φρικτών προδοσιών που έχουμε υποστεί. Πληγές σταύρωσης στο ψυχικό μας σώμα, που προσδοκούμε να θεραπεύσουμε μέσα σε μια σχέση εμπιστοσύνης ή τις διαιωνίζουμε μέσα από κυνική παραίτηση- επανάληψη: “Και εγώ που έτρωγα ξύλο, τι έπαθα;” Προδοσία και εμπιστοσύνη μοιάζουν να έχουν συγγένεια αίματος, όπως αυτή του Κάιν με τον Άβελ. Αλήθεια πως θα ήταν δυνατόν να υπάρχει η μία χωρίς την άλλη; Πως θα ήταν δυνατόν να μπορεί κανείς να προδοθεί, χωρίς να έχει πρώτα πιστέψει; Ή τι νόημα θα είχε η αφοσίωση, χωρίς το ενδεχόμενο της προδοσίας;
Οι θεραπευτικές ώρες, είναι γεμάτες από αφηγήσεις μη τήρησης “συμφωνιών”. Άπειροι μηρυκαστικοί εξορκισμοί στον παντοτινό, προσωπικό μας Ιούδα: “τον πίστεψα μα με πλήγωσε”, “ο μπαμπάς ξόδευε τα λεφτά της οικογένειας στο τζόγο”, “η μάνα μου έφυγε, όταν ήμουν πέντε χρονών”, “το σώμα μου με εγκατέλειψε… αρρώστησα”, “θέλω να κόψω το τσιγάρο αλλά δε μπορώ”, “ούτε εσείς, τελικά με καταλαβαίνετε”. Πικρά δάκρυα και αλμυροί θυμοί, είναι τα κεράσματα της προδοσίας για τον γάμο μας μαζί της. Όρκοι εκδίκησης ή θυσίας, μαρτυρούν την ιερή μας σχέση. Μας επισκέπτεται σαν φάντασμα λίγο πριν κοιμηθούμε, ανακατεύοντας τα ιδρωμένα σεντόνια με τα όνειρα μας. Μας υποψιάζει χαιρέκακα, πίσω από τη πλάτη υποσχέσεων που μοιάζουν αληθινές. Χασκογελάει με την αφέλεια της ελπίδας. Η προδοσία, είναι ένας/μία πιστός/ή σύζυγος που σιχαινόμαστε.
Ο Ronald Fairbain, Άγγλος ψυχαναλυτής και ένας εκ των πατέρων της θεωρίας των σχέσεων αντικειμένου, που ασχολούνταν με κακοποιημένα παιδιά, παραξενεύτηκε με τη παρατήρηση πως όσο περισσότερο εκείνα είχαν κακοποιηθεί και άρα προδοθεί από τους γονείς τους, τόσο ισχυρότερους ψυχικούς δεσμούς ανέπτυσσαν μαζί τους. Αυτό τον οδήγησε στη δική του προδοσία απέναντι στο ορθόδοξο ψυχαναλυτικό δόγμα, οραματιζόμενος τη πρωταρχικότητα της ανάγκης μας για σχέσεις έναντι της Αρχής της Ηδονής. Ακόμη ακόμη, o Freud είπε κάποτε στον Jung, που τον θεωρούσε κληρονόμο του διανοητικού του οικοδομήματος: “Αγαπημένε μου Jung, υποσχέσου μου, ότι ποτέ δεν θα εγκαταλείψεις τη σεξουαλική θεωρία”. Μια προδοσία που πλήρωσε ακριβά μεν ο Jung, ύστερα από την διακοπή των σχέσεων τουςμε την λεγόμενη “δημιουργική ασθένεια” του, φτάνοντας όμως δε, σε απίστευτα βάθη ανακαλύψεων που δεν είχε υποψιαστεί.
Ο σκύλος, λέμε ότι είναι το πιο πιστό ζώο στον άνθρωπο. Είναι ένα πλάσμα με συγκινητική αφοσίωση και αγάπη. Όποιος είναι ευλογημένος να έχει μια τέτοια σχέση, το γνωρίζει καλά. Ποιος όμως θα μπορούσε να φανταστεί, πως το πολυαγαπημένο μας τετράποδο σχετίζεται με μια πικρή ιστορία προδοσίας; Υπάρχει μια αφήγηση λοιπόν που προσπαθεί να εξηγήσει την ιδιαίτερη σχέση μας μαζί του: “Πριν πολλά χρόνια, τα ζώα ζούσαν με ειρήνη και αρμονία. Τότε εμφανίστηκε ο άνθρωπος, με όλη τη γνωστή αλαζονεία του, και κατέστρεφε και σκότωνε. Τελικά τα ζώα έκαναν συμβούλιο και αποφάσισαν να συνδυάσουν τις ικανότητες τους για να τον εξολοθρεύσουν ενώ κοιμόταν. Ο σκύλος που ξάπλωνε, αμέριμνα τάχα, παραδίπλα τα άκουσε όλα, προειδοποίησε τον άνθρωπο και έτσι το σχέδιο απέτυχε. Τα υπόλοιπα ζώα, προδομένα, καταράστηκαν τον σκύλο να είναι αιώνια εξαρτημένος από τον άνθρωπο.”(The symbol of the dog in the human psyche, Eleonora M. Woloy, σελ. 5). Ευχαριστούμε, λατρεμένε μας προδότη!
Η προδοσία, επίσης, κρύβεται σε μέρη που κανείς δε μπορεί να φανταστεί. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον πιο διαδεδομένο μαθηματικό τύπο του έρωτα που κανείς βλέπει να επαναλαμβάνεται μονότονα σε παγκάκια, κορμούς δέντρων, δημόσια αποχωρητήρια: Α+Β=LFE. Για χρόνια προσπερνούσα ετούτη τη ρομαντική κοινοτοπία, χωρίς να υποψιάζομαι πως στο παρασκήνιο της προεφηβικής της αθωότητας, έκρυβε μια καταπληκτική υπόθεση. Πως μια πρόσθεση δύο ψηφίων, οδηγεί σε ένα αποτέλεσμα με τρία. Ποιος αλήθεια να είναι ο τρίτος; Να είναι ένα παιδί- καρπός της ένωσης; Να είναι ένας αντίζηλος που απειλεί την ερωτική συγχώνευση; Να είναι οι μισητές πλευρές του άλλου, που αχνοφαίνονται όταν ο έρωτας ξεκινά να ξεθωριάζει; Ή να είναι η δική μας σκοτεινή πίσω αυλή, που ανθίζουν η κτητικότητα, ο ανταγωνισμός, ο εγωισμός και ο φθόνος; Ο προδότης είναι ο αχθοφόρος που μας ακολουθεί μνησίκακα, καθώς ανεβαίνουμε μακάριοι προς τη γαμήλια σουίτα, ξέροντας πως αργά ή γρήγορα θα ανοίξουμε τις αποσκευές που για λίγα αργύρια, εκείνος κουβαλάει.
Ο Hillman προειδοποιεί: “Αυτό που κανείς λαχταρά, είναι μια κατάσταση μέσα στην οποία είναι προστατευμένος από τη δική του κακοπιστία και αμφιθυμία”. (A Blue Fire, James Hillman, σελ. 277). Ετούτο είναι που μας κάνει να ανατριχιάζουμε στην υποψία της προδοσίας. Το Εγώ, εξαιρετικά εύκολα αποδίδει τη δολιότητα της προδοσίας σε οτιδήποτε έξω από αυτό. Φταίνε οι τοξικοί άλλοι, οι καταστάσεις ή η τύχη. Δεν έχει και άδικο τις περισσότερες φορές. Ξεχνά όμως, πως η ίδια του η ύπαρξη είναι αποτέλεσμα της αναγκαίας αναπτυξιακής προδοσίας στη παιδικότητα μας, στις πλευρές μας που αδυνατούν να κοινωνικοποιηθούν, στα απομεινάρια της πρωτόγονης μας παρόρμησης. Κανείς δε μπορεί να το κατηγορήσει γι’ αυτό. Ποιος, αν είναι έντιμος απέναντι στους νόμους της αναγκαιότητας, θα μπορούσε δίχως δεύτερη σκέψη να καταδικάσει τον Ιούδα, που απλώς είχε το μερτικό του στο προαποφασισμένο σενάριο του Θείου Δράματος;
Η αλήθεια όμως παραμένει. Το Εγώ είναι ένας προδότης και όπως οι περισσότεροι, έχει μια καλή δικαιολογία για τις πράξεις του. Συνήθως το καταλαβαίνουμε κάπως αργά στη ζωή, νοσταλγώντας με αυτολύπηση τη ζωή που δε ζήσαμε. Για πόσο ηλίθιες ματαιοδοξίες, αλήθεια, προδώσαμε τον εαυτό μας! Το καταλαβαίνουμε, επίσης αναδρομικά στο πένθος. Ποτέ δεν έχουμε κάνει αρκετά, γι’ αυτόν που έφυγε. Θα έπρεπε, να έχουμε υπάρξει ολότελα αφοσιωμένοι στην ανακούφιση του. Ο θάνατος με τον ένα ή τον άλλο τρόπο είναι ο μεγάλος καταδότης, των δικών μας προδοσιών. Μας εξαναγκάζει πολλές φορές να σταθούμε με ειλικρίνεια στον καθρέπτη. Να τις εξομολογηθούμε έστω ψιθυριστά. Αν δε καταφέρουμε καν αυτό, τότε έχουμε διαπράξει την εσχάτη προδοσία της απόλυτα ανεξέταστης ζωής.
Ο Ναρκισσιστής είναι ένα πρόσωπο, όπου κανείς μπορεί να αγναντέψει κλινικά, τις ιδιαίτερες αποχρώσεις της προδοσίας. Από τη μία, αδυνατεί να δεθεί πιστά με οποιοδήποτε άτομο, ενώ ταυτόχρονα απαιτεί την απόλυτη αφοσίωση και προσοχή. Ο ίδιος κατανοεί την δική του έλλειψη αξιοπιστίας ως απόλυτα δικαιολογημένη, ενώ η παραμικρή κριτική στο πρόσωπο του είναι μια κακόβουλη προσβολή της εμπιστοσύνης του. Ο Ναρκισσιστής είναι ταυτόχρονα ανενδοίαστος προδότης και διαρκώς προδομένος. Ιησούς και Ιούδας, Λεωνίδας και Εφιάλτης! Ο παθολογικός ναρκισσισμός είναι το αποτέλεσμα της μη επανορθωμένης προδοσίας. Της αδυναμίας δηλαδή να την αποδεχτούμε σαν ένα από τα ενδεχόμενα της ζωής, σαν ένα από τα ενδεχόμενα της δικής μας ύπαρξης, αφού μόνο τότε είναι εφικτή η επανόρθωση της εμπιστοσύνης μας στην ανθρωπότητα.
Η ψυχολογία είναι μια επιστήμη της προδοσίας με την έννοια, ότι οφείλει να αποκαλύπτει τον εαυτό της και συνεπώς να προδίδει διαρκώς τις αδυναμίες της. Αν επιμείνουμε, να απαιτούμε από την διαρκή αυτοβελτίωση, αυτοπεποίθηση, θετική σκέψη κτλ, να μας προσφέρουν ένα καταφύγιο ασφάλειας, μακριά από τη προδοσία, τότε σύντομα θα απογοητευτούμε. Σύντομα θα πιαστούμε στα δίχτυα του “θεραπευτικού” φανατισμού. Η ψυχολογία δεν έχει καμιά υποχρέωση να μας κάνει ευτυχισμένους, αυτό ας το κάνουν οι επιτυχίες μας, ο έρωτας και η τέχνη. Η μόνη της υποχρέωση είναι να μη μας προδώσει στην προσπάθεια μας να αντέξουμε τη προδοσία.
Νίκος Ρούσσος – Ψυχολόγος