Κάποια φορά, σε μια πλατεία ένα καταχαρούμενο σκυλί έτρεχε με μεγάλη αδημονία προς την κατεύθυνση μιας χαριτωμένης κοπέλας η οποία είχε ανοίξει σαγηνευτικά την αγκαλιά της. Το ειδυλλιακό της εικόνας συμπληρωνόταν από το γεγονός ότι το σκυλί ήταν ένα καλοχτενισμένο Λαμπραντόρ. Ομολογώ, πως σχεδόν ζήλεψα από τη διαφαινόμενη μυστικιστική ψυχική σύνδεση δυο διαφορετικών μορφών ζωής και ασφαλώς περίμενα με μεγάλο ενδιαφέρον την ένωση και την εκρηκτική έκλυση συναισθημάτων. Δυστυχώς, η ζήλια μου μετατράπηκε γρήγορα σε ντροπή(συμπάσχοντας προφανώς με την κοπέλα) καθώς αυτό που δεν είχα παρατηρήσει, ήταν ένα άλλο μικρό σκυλί κρυμμένο πίσω από κάποιους θάμνους. Το Λαμπραντόρ προσπέρασε με φρικτή αδιαφορία την κοπέλα και κατευθύνθηκε στους θάμνους που βρίσκονταν ακριβώς από πίσω της. Φυσικά προσπάθησα να αποφύγω να παρατηρήσω οποιαδήποτε αντίδραση του παραμελημένου αυτού πλάσματος με τη ματαιωμένη αγκαλιά. Ακόμα και η υποψία της ταύτισης που θα μπορούσε να συμβεί μου προκαλούσε ναυτία. Δυστυχώς, είχε συμβεί το ανεπανόρθωτο. Ο σκύλος έκανε του κεφαλιού του και κατέστρεψε τις προσδοκίες της πρωταγωνίστριας αλλά και των θεατών του δρώμενου. Ήμασταν όλοι εκτεθειμένοι στις διαλυτικές ιδιότητες της ντροπής. Η τραγωδία άρχισε να παίρνει εφιαλτικές διαστάσεις όταν η πρωταγωνίστρια έκανε το σφάλμα να συμπεριφερθεί σα να μη συνέβη τίποτα.
Η κοπέλα συμπεριφέρθηκε πολύ ανεύθυνα, αν και οφείλω να ομολογήσω πως η μομφή είναι υπερβολική. Υποθέτω, πως θα είναι αρκετά δυσάρεστη η αίσθηση να σε ακυρώνει ένα τετράποδο σε δημόσια θέα οπότε, είχε κάθε δικαιολογία για την αμηχανία της. Η ανομολόγητη ντροπή της ανάγκασε τους γύρω της στην χρήση αυτού του συναισθήματος, που έπεται της διάψευσης των προσδοκιών και της ολοκληρωτικής αποσύνδεσής μας από τον κόσμο. Το γεγονός πως βρισκόμασταν σε δημόσιο χώρο σηματοδοτούσε τον δημόσιο χαρακτήρα της ντροπής και όλοι μας, και ο καθένας μόνος του, έπρεπε να ανταποκριθούμε στο ύψος της περίστασης. Ξεκίνησα λοιπόν να ντρέπομαι. Η κατάσταση έπρεπε να αντιμετωπιστεί άμεσα. Πήγα στο πρώτο περίπτερο που συνάντησα και πραγματοποίησα την πιο δομημένη και ασφαλή συναλλαγή με το περιβάλλον που μπορούσα εκείνη την ώρα να σκεφτώ. Αγόρασα τσιγάρα. Μια υποσημείωση μου θύμισε πως το κάπνισμα προκαλεί καρδιαγγειακά προβλήματα, και γενικώς θάνατο, και η ντροπή υποκαταστάθηκε από τον φόβο. Μάλλον, εκείνη την ημέρα δε θα τη γλίτωνα από πουθενά.
Είναι αρκετά κοινό φαινόμενο η διάχυση της ντροπής στον ψυχισμό ανθρώπων που βρίσκονται εντός μιας ντροπιαστικής κατάστασης χωρίς παρ ΄ όλα αυτά να είναι οι πρωταγωνιστές της. Φαίνεται πως διαθέτουμε μια ετοιμότητα να ταυτιστούμε και να χρησιμοποιήσουμε ένα συναίσθημα, ειδικά όταν φαίνεται πως υπάρχουν τάσεις στο περιβάλλον να υποβαθμιστεί ή όταν υπάρχει η υπόνοια πως δεν έχει βγει καν στην επιφάνεια. Ίσως και η ντροπή, όπως και άλλα συναισθήματα, να είναι δημόσια αγαθά που αποκτούν αξία μόνο όταν χρησιμοποιούνται. Ίσως κι εμείς, να μοιάζουμε λίγο με τους θεατές μιας αρχαίας τραγωδίας. Όσο οι πρωταγωνιστές δε φαίνεται να γνωρίζουν σε ποια μοίρα είναι μπλεγμένοι, αναλαμβάνουμε να υποφέρουμε γι ΄ αυτούς. Το να γνωρίζεις αυτό που αφορά τους άλλους δεν είναι πάντα ευχάριστο. Θα χρειαστεί να τους αποκαλυφθεί ποιος ιστός καθοδηγούσε τις πράξεις τους για να έλθει η κάθαρση. Θα επωμιστούν αυτό που τους αναλογεί, θα πράξουν αναλόγως και οι θεατές θα μπορέσουν να κοιμηθούν ήσυχοι. Η καθημερινή έκφραση “ντρέπομαι για λογαριασμό σου” περιγράφει αρκετά καλά τα παραπάνω.
Πάντως, οφείλουμε να ξεχωρίζουμε το τι είναι μια ντροπιαστική κατάσταση. Η βασική της δομή είναι η αποσύνδεση, με άμεσο αποτέλεσμα την έλλειψη της αναμενόμενης συνέχειας και την αδυναμία παραγωγής νοήματος. Με απλά λόγια, ντροπιαζόμαστε όταν μια προσδοκία, πράξη ή πάθημά μας δεν μπορεί να ενταχθεί πουθενά. Αυτή είναι η εξωτερική οπτική. Η υποκειμενική οπτική, που είναι και η σημαντικότερη, αφορά το φρικτό συναίσθημα της αδυναμίας μας να σπρώξουμε τον εαυτό μας μέσα στον κόσμο. Την ευχή να ανοίξει η γη να μας καταπιεί. Που να εντάξουμε στο κάτω κάτω το γεγονός ότι βρεθήκαμε στο πάτωμα ενός γεμάτου εστιατορίου αντί για την καρέκλα, όπως θα ήταν πιο λογικό; Μια εκτεθειμένη ανθρώπινη ύπαρξη στην απώλεια της σύνδεσης με την ομαλή συνέχεια των εξελίξεων είναι σκάνδαλο.
Το πραγματικά δυσάρεστο όταν ντρεπόμαστε, είναι η αίσθηση πως όχι μόνο ξεγυμνωθήκαμε μπροστά στον κόσμο αλλά και ότι ο κόσμος έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο μάτι, που μας κοιτά με το αναιδέστερο των βλεμμάτων. Η ανημπόρια του να σε κοιτάνε χωρίς να έχεις κανένα έλεγχο της κατάστασης είναι πολύ συχνή και στα όνειρα. Πόσες φορές αντιληφθήκαμε πως σουλατσάρουμε στην ιστορία που φτιάξαμε, χωρίς τα απαραίτητα ρούχα; Αν μη τι άλλο, μια πολύ σοβαρή παράλειψη που δε περνά απαρατήρητη. Αν ταυτιστούμε για λίγο με την κοπέλα της αρχικής ιστορίας ίσως ξαναθυμηθούμε τι σημαίνει να μας κοιτούν σαν απόριμμα των καταστάσεων. Σίγουρα, τα πράγματα δεν είναι τόσο τραγικά όσο πιστεύουμε, τις περισσότερες φορές τουλάχιστον, αλλά ο κόσμος φαίνεται πως έχει πάρα πολλούς τρόπους να μας απογυμνώσει. Πράγματι, είναι βασανιστικό το βλέμμα που υπονοεί την εξορία μας από τον Παράδεισο της κανονικότητας χωρίς κιόλας να γνωρίζουμε ακριβώς ποιο λάθος κάναμε.
Η ντροπή βέβαια, δεν αφορά μόνο καταστάσεις που διαθέτουν μια κωμική ελαφρότητα. Υπάρχουν στιγμιαίες ντροπές έως και μια μόνιμη αίσθηση ντροπής για οτιδήποτε που μπορεί να μολύνει ολόκληρη την ύπαρξη και να απειλεί με διάλυση μια ολόκληρη προσωπικότητα. Μπορεί να αποβεί μια καταστροφική, για τον εαυτό μας, τακτική ερμηνείας της πραγματικότητας. Αν οποιαδήποτε κατάσταση έχει την χροιά της απόρριψης ίσως θα ήταν καλύτερο να μην κάνουμε τίποτα, να είμαστε αιωνίως συνεσταλμένοι.
Η συστολή και η επιθυμία να εξαφανιστούμε από προσώπου γης είναι μια προστατευτική τακτική απέναντι σε αυτό που μπορεί να θεωρηθεί κίνδυνος. Μπορεί να είναι ένα μεγάλο ακροατήριο, μια συνέντευξη για δουλειά ή απλά μια καινούρια παρέα. Πρόκειται για υποψήφια αδιάκριτα βλέμματα που έχουν τον ανίερο σκοπό να μας κοιτάξουν με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που θα θέλαμε. Αλλά δεν πρόκειται μόνο γι ΄ αυτό. Τα βλέμματα που θα αντιληφθούμε ίσως να μην είναι και τόσο ξένα όσο νομίζουμε. Για να λέμε την αλήθεια, δε μπορούμε να παρακάμψουμε την ανάγκη μας να κοιταζόμαστε από κάπου…
Το βλέμμα του άλλου, μπορεί να είναι μια επανάληψη του πως κοιτάμε τον εαυτό μας. Είναι η αντανάκλαση του Βλέμματος που φτιάξαμε και εσωτερικεύσαμε όταν σταματήσαμε να έχουμε ανάγκη την συνεχή παρουσία του άλλου. Τίποτα παραπάνω από ένα παιχνίδι, σε ένα χώρο όπου η πραγματικότητα είναι ένα δωμάτιο γεμάτο καθρέφτες. Η ανάμνηση των βλεμμάτων που έχουμε ανταλλάξει κι άλλες φορές και ίσως πολύ πρώιμα. Ήταν βλέμματα παντοδύναμα και αδιαφοροποίητα. Δεν είχαν γλώσσα ούτε μπορούσαν να μας εξηγήσουν τι κάνουν και γιατί. Τα βλέμματα θα μεταφράζονταν σιγά σιγά σε ένα ολόκληρο σύμπλεγμα το οποίο, αν δε μπορούσε να χωρέσει την δύναμή τους, θα ήταν υπόλογο σ ΄ αυτή. Ίσως να μην καταλάβουμε ποτέ γιατί οι πράξεις μας να θεωρήθηκαν ντροπιαστικές. Γιατί να είδαμε έτσι την αντανάκλασή μας στο ντροπιασμένο πρόσωπο – καθρέφτη των γονιών μας όταν ρίξαμε κατά λάθος ένα ακριβό βάζο σε ένα φιλικό σπίτι; Στο κάτω κάτω ένας ορισμένος βαθμός αυτού του συναισθήματος είναι απαραίτητος για την συνύπαρξη με τους άλλους. Μερικές φορές όμως, οι ποσότητες ντροπής που είναι υποχρεωμένο το αναδυόμενο ΕΓΩ να μεταβολίσει είναι υπερβολικά μεγάλες. Μπορεί η λογική που θα κυριαρχήσει να είναι του τύπου ¨αν δεν αισθάνεσαι ντροπή δεν είσαι ικανός για την αγάπη¨.
Τέτοια τρομακτικά διλλήματα έχουν φυσικά επιπτώσεις. Η ντροπή συνήθως συνοδεύεται και από την πιο εξωστρεφή αδελφή της, την οργή. Μπορεί να γίνει πολύ ποθητή σύντροφος, πολύ περισσότερο από την χαμηλοβλεπούσα αδελφή της. Η κακή της φήμη προέρχεται από το πρόσκαιρο των λύσεων που έχει να προσφέρει. Είναι μια λύση πάντως κι αυτή. Αν οργιστούμε αρκετά μπορεί και να πιστέψουμε πως θα κάνουμε τον κόσμο να συμπεριφέρεται όπως ακριβώς θα θέλαμε. Δεν θα είχαμε τότε κανένα λόγο να ντρεπόμαστε. Θα είχαμε πετύχει τον πολυπόθητο παντοδύναμο έλεγχο. Θα χρειαζόταν βέβαια, να κλέψουμε λίγη από τη δόξα του Θεού και δεν είναι να μπλέκεις με αυτά. Πίσω από την οργή, κρύβεται η φαντασίωση της επανορθωτικής δύναμης της παντοδυναμίας μας, και αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας, το αποτύπωμα της βρεφικότητάς μας.
Ο Γιούνγκ έκανε έναν αρκετά ακροβατικό, πολύ χρήσιμο όμως, διαχωρισμό ανάμεσα σε δυο διαστάσεις του ψυχισμού. Ο διαχωρισμός ήταν αυτός μεταξύ Εγώ και Εαυτού. Ο Εαυτός για τον Γιούνγκ είναι το βασικό αρχέτυπο λειτουργίας της ψυχής που καθορίζει την επιθυμία ενότητας και ολοκλήρωσης αυτού που θα αισθανθούμε σαν προσωπικό νόημα. Είναι επίσης και η βασική δομή της αίσθησης που έχουμε για το τι είναι Θεός σαν απόλυτο κριτήριο του τι είναι πραγματικό. Χονδρικά, ο βασικός κληρονόμος του αρχετυπικού Εαυτού είναι το Εγώ. Βρίσκονται σε διαρκή διάλογο και μερικές φορές σε έντονη σύγκρουση. Μεταξύ τους υπάρχει ένας άξονας ο οποίος επί της ουσίας έχει αντικαταστήσει την νεφελώδη κατάσταση της βρεφικής παντοδυναμίας. Σε αυτόν τον άξονα κινούνται οι αναπαραστάσεις, κυριολεκτικά, του Εαυτού. Από την στιγμή που το παιδί αναγκάζεται να αποκοπεί από την ολοκληρωτική εξάρτηση από την μητέρα του, πρέπει να δημιουργήσει μια ικανή αναπαράσταση αυτής της κατάστασης. Χρειάζεται να αισθάνεται ασφαλές αλλά όχι εξαρτημένο. Αυτόνομο, μα όχι μόνο. Θα είναι ο εσωτερικός οδηγός που θα το αποτρέπει από το να πέσει στην πνιγηρότητα του αδιαχώριστου ή την απελπισία της εγκατάλειψης. Η αποτυχία αυτού του άξονα να λειτουργήσει οδηγεί στην σύντηξη του ΕΓΩ και του ΕΑΥΤΟΥ. Υποστηρίζω πως η ντροπή και η οργή είναι πολύ έντονες συναισθηματικές αποκρίσεις όταν υπάρξει ρήξη στον άξονα που υποστηρίζει την βασική μας αίσθηση αυτονομίας. Όταν δεν καταφέρουμε να διαχωρίσουμε τον αρχετυπικό μας πόθο για την ενότητα, από την ανθρώπινη αδυναμία να την φέρει στην επιφάνεια. Η αδυναμία αυτή παραδόξως είναι και αυτό που σώζει την κατάσταση. Η ντροπή δεν είναι μόνο ένα δυσάρεστο συναίσθημα, είναι ταυτόχρονα και το σήμα της αναγκαιότητας του επαναπροσδιορισμού της θέσης μας στον κόσμο.
Όταν οι Πρωτόπλαστοι έφαγαν τον απαγορευμένο καρπό ξαφνικά ένιωσαν την γύμνια τους και ντράπηκαν. Αναγκάστηκαν να κρυφτούν. Η βροντερή φωνή του Θεού που τους έψαχνε τους ανάγκασε να προστατέψουν με ένα φύλλο συκής τα γυμνά τους μέρη. Η ντροπή συνόδεψε την δημιουργικότητα απέναντι στην απόλυτη εξουσία Του. Είχαν μόλις κατανοήσει πως μπορεί και να διαφέρουν από τον δημιουργό τους. Η αντίδραση του Θεού ήταν άμεση και μάλλον υπερβολική, για να μην πούμε παιδιάστικη… Εξορία από τον Παράδεισο και καταδίκη στην ανθρώπινη κατάσταση. Η ανάγκη Του για την επιστροφή σε μια ονειρική πραγματικότητα συγκρούστηκε με την ανάγκη των ανθρώπων να χτίσουν ένα πραγματικό όνειρο. Έτσι κι αλλιώς, τα πρώτα συναισθήματα του στερεώματος αυτά ήταν. Η οργή του Θεού και η ντροπή των ανθρώπων.
Θοδωρής Δρούλιας – ψυχολόγος